Not available until 01/06/2025, Λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχόμενη αύξηση των διεθνών ναυτιλιακών εμπορικών ροών, η οποία αποτελεί κυρίως απόρροια της παγκοσμιοποίησης των εφοδιαστικών αλυσίδων, και σε συνέχεια της ανάλυσης της υφιστάμενης κατάστασης όσον αφορά τόσο τη δομή του λιμενικού δικτύου όσο και την παράλληλη οργάνωση του συστήματος μεταφορών και εφοδιαστικής στις δύο κυριότερες εμπορικές περιοχές του κόσμου (δηλαδή την Ευρώπη και τις Η.Π.Α.), η παρούσα διδακτορική διατριβή στοχεύει να ενισχύσει περαιτέρω τη γνώση όσον αφορά τη διασύνδεση των λιμένων με την ενδοχώρα, αναλύοντας αρχικά τη πρόοδο της έρευνας σε αυτό το επιστημονικό πεδίο, και εισάγοντας στη συνέχεια μια νέα προσέγγιση η οποία εστιάζει σε εμπορευματικούς διαδρόμους και προσανατολίζεται περισσότερο στην έννοια της αξίας. Η προσέγγιση αυτή δύναται να καθοδηγήσει πιο ολιστικά τη διαδικασία προτεραιοποίησης δράσεων και έργων στο επίπεδο ενός εμπορευματικού διαδρόμου, και μπορεί να συμβάλει στην πιο εμπεριστατωμένη λήψη επενδυτικών αποφάσεων, ενισχύοντας έτσι τη δια-συνδεσιμότητα των λιμένων με αποκλειστικές και ιδίως με διεκδικούμενες περιοχές της ενδοχώρας. Πιο συγκεκριμένα, καταρτίζεται στη διατριβή μια ταξινόμηση της υφιστάμενης έρευνας σε σχέση με τη διασύνδεση των λιμένων με την ενδοχώρα, με τις σχετικές επιστημονικές εργασίες να κατηγοριοποιούνται σε τέσσερα θεματικά πεδία ήτοι (i) η εξέλιξη των γενικότερων εννοιών που αφορούν το δίπολο λιμάνι-ενδοχώρα, (ii) η ένταξη στο δίπολο αυτό του συστήματος μεταφορών και εφοδιαστικής, (iii) η ανταγωνιστικότητα των λιμένων από την πλευρά της ενδοχώρας, και (iv) οι στρατηγικές συντονισμού και συνεργασίας των σχετικών εμπλεκόμενων φορέων. Η ανάλυση της προόδου της έρευνας στο επιστημονικό αυτό πεδίο επιτρέπει να κατανοήσει κάποιος καλύτερα ποια ήταν η εξελικτική πορεία των ερευνητικών δραστηριοτήτων με τη πάροδο του χρόνου, ποιες ήταν οι νέες προκλήσεις που εμφανίστηκαν, και ποιες καινοτόμες μεθοδολογικές προσεγγίσεις καταρτίστηκαν για την αντιμετώπισή τους, καθώς και να αξιολογήσει ποιο ήταν το αντίκτυπο που είχαν νέες επιχειρηματικές πρακτικές και τεχνολογικές εξελίξεις στο πλαίσιο αναφοράς λιμάνι-ενδοχώρα λαμβάνοντας υπόψη τη δυναμικότητα που χαρακτηρίζει το σχετικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Η ανάλυση που πραγματοποιήθηκε επιτρέπει ακόμα τη εξαγωγή πολύτιμων πληροφοριών σε ότι αφορά κύρια στοιχεία που δομούν σήμερα και χαρακτηρίζουν το δίπολο λιμάνι-ενδοχώρα, καθώς και την αναγνώριση υφιστάμενων ελλείψεων που χρήζουν αντιμετώπισης. Ως τέτοιες αναγνωρίστηκαν η μικρότερη προσοχή που έχει δοθεί μέχρι σήμερα σε προσεγγίσεις που εστιάζουν σε εμπορευματικούς διαδρόμους και προσανατολίζονται στη έννοια της αξίας συγκριτικά με προσεγγίσεις που εστιάζουν σε εμπορευματικά δίκτυα και προσανατολίζονται στη έννοια της επίδοσης, καθώς και η μικρότερη έμφαση που έχει δοθεί στις ευκαιρίες που δύναται να παρέχουν οι διαχειριστές των εμπορευματικών διαδρόμων για την περαιτέρω ενίσχυση της αποδοτικότητας των συστημάτων μεταφορών και εφοδιαστικής στην ενδοχώρα. Με βάση αυτές τις πληροφορίες και με στόχο την αντιμετώπιση των παραπάνω ελλείψεων, αναπτύχθηκε στη παρούσα διατριβή ένα σύστημα αξίας για εμπορευματικούς διαδρόμους διασύνδεσης των λιμένων με την ενδοχώρα (εστιάζοντας στον Ευρωπαϊκό χώρο λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη διαμόρφωση του), το οποίο δύναται να παρέχει στους εκάστοτε διαχειριστές καθώς και σε όλη τη σχετική κοινότητα του εμπορευματικού διαδρόμου μια ολιστική οπτική ανάλυσης και επιχειρηματικής διεργασίας, η οποία δύναται να ενδυναμώσει σημαντικά το υφιστάμενο περιβάλλον συνεργασίας των σχετικών εμπλεκόμενων φορέων. Η μετάβαση από ένα σύστημα επιχειρηματικής διεργασίας με βάση την επίδοση σε ένα σύστημα με βάση την αξία διαφαίνεται να αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για καλύτερη οργάνωση όσον αφορά το μέλλον, λαμβάνοντας υπόψη την ολοένα και μεγαλύτερη αβεβαιότητα που το χαρακτηρίζει, με τη σχετική επιχειρηματική δυναμικότητα να μεταβάλλεται τώρα πολύ πιο γρήγορα σε σχέση με το παρελθόν. Το σύστημα αξίας που αναπτύχθηκε αποτελείται από δύο υποσυστήματα, όπου στο πρώτο ο αξιολογητής (ο διαχειριστής του εμπορευματικού διαδρόμου θεωρείται ως ο καταλληλότερος φορέας για να διαδραματίσει αυτό το ρόλο) ορίζει τα χαρακτηριστικά του διαδρόμου που θα εξεταστεί, ενώ στο δεύτερο καθορίζονται οι μηχανισμοί αξιολόγησης που θα χρησιμοποιηθούν ήτοι η οπτική αξιολόγησης (βασική αξία) και οι αντίστοιχες διαστάσεις, υπόδιαστάσεις και κύριοι δείκτες αξίας (ΚΔΑ). Αφού καθοριστούν, οι τιμές των τελευταίων κανονικοποιούνται ακολουθώντας μια υβριδική μέθοδο που συνδυάζει τις μεθόδους «Απόσταση από το στόχο» και «Ελάχιστο-Μέγιστο», ενώ στη συνέχεια λαμβάνει χώρα μια διαδικασία ενοποίησης αποτελούμενη από πέντε επίπεδα, με τις τιμές σε κάθε επίπεδο να θεωρούνται ως ισοβαρείς. Η διαδικασία αυτή δομήθηκε με βάση την ασαφή λογική, με ένα κλιμακωτό (συνδυαστικό) ασαφές δέντρο να παρουσιάζει πως η βασική αξίας ενός εμπορευματικού διαδρόμου διασύνδεσης ενός λιμένα με την ενδοχώρα του υπολογίζεται στο τελευταίο επίπεδο. Το σύστημα εφαρμόστηκε σε έναν πραγματικό λειτουργικό εμπορευματικό διάδρομο με στόχο να ελεγχθεί η προσαρμοστικότητά του καθώς και η ευκολία εφαρμογής και χρήσης του. Η εφαρμογή του συστήματος επέτρεψε την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων και τη διαμόρφωση στοχευμένων προτάσεων για τη αύξηση της αξίας το εν λόγω εμπορευματικού διαδρόμου, ενώ παράλληλα κατέδειξε (α) πως το σύστημα δύναται να εφαρμοστεί σε άλλες περιοχές του κόσμου, διευρύνοντας, περιορίζοντας ή/και αναδιαμορφώνοντάς το έτσι ώστε να προσαρμοστεί κατάλληλα στα χαρακτηριστικά του εκάστοτε εμπορευματικού διαδρόμου, και (β) πως αυτή η ερευνητική κατεύθυνση μπορεί να επεκταθεί περαιτέρω στο εγγύς μέλλον (λαμβάνοντας υπόψη για παράδειγμα άλλες οπτικές αξιολόγησης, αναπτύσσοντας το σύστημα σαν μια εκτελέσιμη εφαρμογή / αρχείο παρέχοντας δυνατότητες αυτόματης εισαγωγής δεδομένων από διαθέσιμες πηγές, αναγνωρίζοντας υποκείμενους παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές των ΚΔΑ και διαμορφώνοντας διαγράμματα / μοντέλα αιτιολογικών βρόγχων που αντικατοπτρίζουν τις αλληλεπιδράσεις τους, και διερευνώντας ποιοι είναι οι παράγοντες που θα οδηγήσουν στη μετάβαση από την υφιστάμενη προσέγγιση δραστηριοποίησης με βάση την επίδοση στην προσέγγιση που θα λαμβάνει ως βάση την αξία)., Considering the continuous rise of international seaborne trade volumes, which mainly stems from the increasing globalization of supply chains, and following a contextual analysis of the structure of the port network vis-a-vis the organization of the transport and logistics system in the two most important trading regions of the world (i.e. Europe and the U.S.), this doctoral dissertation aims to further enhance port-hinterland intelligence by analysing first the current state-of-the-art, and by devising next a new corridor-based, value-oriented approach that can more holistically guide action and project prioritization at corridor-level and better inform relevant investment decision-making, contributing in that way towards improving the connectivity of ports with captive and more importantly contestable hinterland regions. More specifically, a port-hinterland research taxonomy is devised within the dissertation, categorizing relevant contributions that have been published to-date into four thematic clusters i.e. (i) port-hinterland concept evolution, (ii) port-hinterland transport and logistical integration, (iii) port competition from a hinterland perspective, and (iv) coordination and cooperation strategies of port-hinterland stakeholders. This state-of-the-art enables to better comprehend how port-hinterland research evolved over time, what were the new challenges that were introduced and what novel methodological approaches were devised for addressing them thus assess how disruptive was the impact of new business practices and technological advancements that were up-taken on the port-hinterland context and its relative business dynamics. The analysis that was performed also allows to draw valuable insights on all key elements that are now shaping and characterizing the port-hinterland context, as well as on existing gaps that are still to be addressed. These were found to be the less attention placed on corridor-based and value-oriented approaches for analysing the port-hinterland context, compared to network-based and performance-related ones, as well as the lower emphasis provided on the opportunities that port-hinterland corridor management initiatives have to offer for inducing further efficiencies into the hinterland transport and logistics system. Building upon those insights and addressing the aforementioned research gaps, a port-hinterland corridor value system is developed within the dissertation (with a focus on the European context given its intrinsic setting), which can provide corridor managing bodies as well as the whole port-hinterland community with a new and holistic perspective of analysis and business thinking, considerably strengthening the collaborative environment among corridor members. A switch from a performance to a value system thinking appears to be an important prerequisite for better planning for the future, given its ever increasing uncertainty, with the relative business dynamics changing now a lot faster than before. The value system comprises of two sub-systems, where in the first the corridor to be examined is defined by the evaluator (i.e. a corridor managing body is considered to be the most appropriate actor to undertake such a role), and in the second the four evaluation mechanisms are set i.e. the evaluation perspective (core value) and the corresponding evaluation dimensions, sub-dimensions and Key Value Indicators (KVIs). Once determined, values of the latter are normalized following a hybrid method that combines the ‘Distance to target’ and ‘Min-max’ methods, and a 5-layer aggregation process then takes place with values at each layer being equally weighted. This process has been structured based on fuzzy logic, with a cascaded (combined) fuzzy tree presenting how the core value of the port-hinterland corridor under examination is determined at the last layer. The system was applied on a real-world operational corridor for testing its adaptability and ease of application. It enabled to extract useful insights and set targeted recommendations for further increasing the corridor’s value, thus allowed to highlight (a) how the system may be transferred to other contexts and be scaled-up or down or be readjusted for properly adhering to the characteristics of the respective corridor, and (b) how this line of research may be further extended in the near future (i.e. by considering other evaluation perspectives, set-up the system as an app and provide automatic data insertion capabilities from available sources, identify underlying factors influencing KVI values and set-up causal-loop diagrams / models representing their interrelations, and investigate which are the main drivers for transiting from the current ‘govern by performance’ to a ‘govern by value’ approach).